H Ομιλία του Γιώργου Τσόγκα στην Ολομέλεια της Βουλής για την “Αναθεώρηση του Συντάγματος”
Share
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το Σύνταγμα είναι προφανώς ο θεμέλιος λίθος μιας εύτακτης και ευνομούμενης πολιτείας. Είναι η νησίδα που συνέχει το κράτος δικαίου, διατηρεί ακέραια τα ανθρώπινα, ατομικά και συλλογικά δικαιώματα και εγγυάται την εναρμόνιση του με τις υφιστάμενες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, χωρίς να καθίσταται υποχείριο της εκάστοτε συγκυριακής πλειοψηφίας.
Τις τελευταίες δεκαετίες το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα διέρχεται κρίση η οποία μετουσιώνεται στην παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στο αντιπροσωπευτικό σύστημα. Οι πολίτες μας γυρνούν την πλάτη και απαξιώνουν το σύνολο του κρατικού μηχανισμού και του πολιτικού συστήματος, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση την ποιότητα της δημοκρατίας. Η αντιμετώπιση του δημοκρατικού ελλείματος και η βελτίωση της ποιότητας της δημοκρατίας αποτελεί ανάγκη και συνάμα υποχρέωση, στην οποία οφείλουμε να ανταποκριθούμε άμεσα και δεν πρέπει να τη μεταθέσουμε για το μέλλον.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μία ευκαιρία ώστε να επέλθουν σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των θεσμών και να επαναπροσδιοριστούν τα στοιχεία εκείνα που προάγουν την επανασύσταση του πολιτικού μας συστήματος.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μια σημαντική ευκαιρία, ώστε μαζί με την δημοσιονομική εξυγίανση και τη διοικητική αναδιάρθρωση, να εκσυγχρονιστούμε θεσμικά και να κλείσουμε τις εκκρεμότητές, που η διατήρησή τους στο συνταγματικό κείμενο υπονομεύουν το πολιτικό μας σύστημα και αποτελούν δικαιολογητικό λόγο της γενικευμένης απαξίας στο πρόσωπο των πολιτικών και στον θεσμό της αντιπροσώπευσης.
Μία τέτοια εκκρεμότητα στην οποία συμφωνεί και η αντιπολίτευση, ότι ήρθε η ώρα να τακτοποιηθεί οριστικά και αμετάκλητα, είναι η διάταξη περί ποινικής ευθύνης των Υπουργών και βουλευτικής ασυλίας. Το σοβαρό αυτό ατόπημα που καθιέρωσε τη σύντομη ειδική παραγραφή των αδικημάτων των Υπουργών, προήλθε από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 και επί δεκαοκτώ συναπτά έτη ισοπέδωσε κάθε έννοια ίσης μεταχείρισης όλων ενώπιον του νόμου.
Ιδιαίτερα σε μία εποχή έντονης οικονομικής κρίσης και υποβάθμισης του πολιτικού συστήματος, μπορεί η αναθεώρηση του Συντάγματος να συνδυαστεί με την απαρχή μιας νέας πολιτικής εποχής, όπου η εξουσία θα ασκείται με απόλυτη διαφάνεια και όχι με χρήση ειδικών προνομίων, τα οποία τελούν σε βάρος του ελληνικού λαού.
Στο ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας, επίσης φαίνεται ότι έχουμε ευρύτερη συμφωνία περί τροποποίησης του άρθρου 62 του Συντάγματος. Η ποινική ασυδοσία ως απόρροια του ακαταδίωκτου των Βουλευτών, ούσα σε ευθεία αντίθεση με το συνταγματικώς κατοχυρωμένο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ για το ατομικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας του θιγόμενου πολίτη, από οποίον κατέχει βουλευτική ιδιότητα, δικαιολογημένα έθεσε όλους εμάς σε διαρκή αμφισβήτηση από το σύνολο του ελληνικού λαού.
Με την αναθεώρηση του άρθρου 86 και του άρθρου 62 επιτέλους θα παύσει το καθεστώς της οιονεί ατιμωρησίας και θα αποκατασταθούν η αρχή της ισότητας και της ισονομίας, που αποτελούν την πεμπτουσία της δικαιοσύνης, του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Το γεγονός ότι στην αναθεώρηση αυτών των δύο διατάξεων συνηγορεί και η Αξιωματική Αντιπολίτευση, με κάποιες διαφοροποιήσεις, δημιουργεί το εφαλτήριο για έναν δημιουργικό διάλογο, ο οποίος μόνο θετικό αποτύπωμα μπορεί να αφήσει στην κοινοβουλευτική ιστορία του τόπου.
Επιπλέον, ακόμη ένας κοινός τόπος με τη Νέα Δημοκρατία είναι η αποτροπή πολιτικής αστάθειας που προκαλείται από τη διάλυση της Βουλής, λόγω μη εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η πολιτική αστάθεια έχει αρνητικά, πολλές φορές και ολέθρια αποτελέσματα για τον τόπο μας.
Η συναίνεση της τροποποίησης στο άρθρο 33, ο συνδυασμός έμμεσης και άμεσης εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από το εκλογικό σώμα και η καθιέρωση πλειοψηφία εκατόν ογδόντα Βουλευτών κατά τα ειδικώς διαλαμβανόμενα στην πρόταση αναθεώρησης της δικής μας, δημιουργεί τα εχέγγυα εκείνα που θα εξαλείψουν διαπαντός την πρόωρη διάλυση της Βουλής κατ’ επίκληση εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας, που στόχο μόνο είχε την πρόκληση εκλογών, προκειμένου η εκάστοτε ηττηθείσα αξιωματική αντιπολίτευση να επανέλθει στην εξουσία.
Η Κυβέρνηση σεβόμενη πλήρως τη λαϊκή βούληση και όντας γνήσιος εγγυητής αυτής μέσω του άρθρου 102 παρ. 2 εισάγει στο συνταγματικό κείμενο τον θεσμό του τοπικού δημοψηφίσματος, ενώ στο άρθρο 44 παρ. 2 προάγει την ενίσχυση του θεσμού του δημοψηφίσματος, το οποίο συνιστά την άμεση αντιπροσωπευτική μορφή δημοκρατίας.
Από τη σύσταση του ελληνικού κράτους έχουν διεξαχθεί μόνο δέκα δημοψηφίσματα. Ο αριθμός τους και μόνο μαρτυρά την απόσταση μεταξύ λαού και κυβέρνησης και κυρίως την έλλειψη, αν όχι τον φόβο, εμπιστοσύνης στη λαϊκή βούληση. Η υιοθέτηση μορφών άμεσης δημοκρατίας καθιδρύει την άμεση συμμετοχή του λαού στη διακυβέρνηση της Χώρας και την πιο καθαρή έκφρασή του σε θέματα εθνικού και κοινωνικού χαρακτήρα.
Η κυβέρνηση απέδειξε, όμως, στο πρόσφατο παρελθόν ότι ο λαός πρέπει να είναι συμμέτοχος σε θέματα που αφορούν εθνικά ζητήματα ύψιστης σημασίας και όχι απλός παρατηρητής, να επιλεγεί και να εκφράζεται όταν οι περιστάσεις το απαιτούν και μόνος τρόπος έκφρασης, πλην από τις εκλογές, δεν είναι άλλος από αυτόν του δημοψηφίσματος. Για τον λόγο αυτό προτείνουμε την ενίσχυση του θεσμού μέσω της αναθεώρησης των άρθρων 42 Σ και 102 Σ.
Το εκλογικό σώμα θέλει και επιβάλλεται να παραμείνει ενεργό και η Κυβέρνηση δεν φοβάται να απευθυνθεί στον λαό και να ζητήσει τη γνώμη του για θέματα που τον αφορούν. Δεν φοβάται τι αποτύπωμα θα έχει αυτή η γνώμη. Μάλιστα, με την πρόταση δημοψηφίσματος απευθείας από τον λαό, μέσω αίτησης πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών για κρίσιμα εθνικά ζητήματα ή μέσω αίτησης ενός εκατομμυρίου πολιτών επί νομοσχεδίων που ρυθμίζουν κρίσιμα κοινωνικά θέματα, ο λαός αποκτά φωνή, αποκτά δύναμη και έλεγχο επί της κυβερνητικής πολιτικής.
Όσον αφορά δε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για το άρθρο 44 Σ, περί εύληπτου και κατανοητού τρόπου διατύπωσης του ερωτήματος προς δημοψήφισμα, αυτή είναι ορθή ως πρόταση, αλλά ιδιαίτερα ασαφής όταν μιλάμε για αναθεώρηση του Συντάγματος, καταδεικνύοντας πόσο επιφανειακά αντιμετωπίζει τον κορυφαίο θεσμό του δημοψηφίσματος και κατά συνέπεια τους πολίτες της Χώρας.
Κλείνοντας, θέλω να τονίσω ότι η παρούσα πρόταση μας αναθεώρησης του Συντάγματος αποτελεί μία γνήσια μεταρρυθμιστική πρόταση, αποβλέπουσα στην ενίσχυση του κράτους δικαίου, στην προώθηση της λαϊκής συμμετοχής στην πολιτική ζωή της Χώρας, στην θωράκιση των θεσμών αντιπροσώπευσης και εν γένει του πολιτικού συστήματος και στην προστασία των κοινωνικών και συλλογικών δικαιωμάτων, μέσω της εξασφάλισης ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, της προστασίας της εργασίας, της αναγνώρισης της υγείας ως κοινωνικού δικαιώματος, της ενίσχυσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τον καθορισμό του ελάχιστου μισθού, της απλής αναλογικής και της ενίσχυσης της λαϊκής κυριαρχίας.
Η δημιουργία συναινέσεων στη σύγχρονη δημοκρατία αποτελεί το πιο δύσκολο επίτευγμα και συνάμα πρόκληση για όλους εμάς να μετατρέψουμε τις όποιες διαφωνίες μας σε γόνιμο και εποικοδομητικό διάλογο, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της δημοκρατίας και την εύρυθμη λειτουργία του γνήσιου δημοκρατικού πολιτεύματος.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε θέμα θεσμικά και δομικά. Η κρυστάλλινη διαύγεια των αναθεωρητέων διατάξεων που προτείνουμε, απέναντι στις σκόπιμα ασαφείς προτάσεις της αντιπολίτευσης, καθιστούν ιστορική την αναγκαιότητα της ψήφισης τους, ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να αλλάξει την εποχή της και να βαδίσει στον δρόμο της προόδου, της αλληλεγγύης και της ανάπτυξης.
Είναι γεγονός ότι το αρχικά αμήχανο κλίμα της υποβόσκουσας διάθεσης στην Επιτροπή Αναθεώρησης, διαδέχτηκε μία ατμόσφαιρα στα όρια της συναίνεσης χωρίς συναίνεση, πλην των άρθρων 62, 86 και 94.
Σήμερα, μετά από οκτώ χρόνια κρίσης, έχοντας την ελληνική κοινωνία σε εμβρυακή μεταμνημονιακή εποχή προβάλλει ως αναγκαία παρά ποτέ μία ουσιαστική συνταγματική αναδιάταξη, με σαφείς στοχευμένες και καινοτόμες διατάξεις, που να προσδιορίζεται η πολιτική σκέψη για βαθιά προοδευτική θεσμική μετάλλαξη, εκδημοκρατισμό και αντιστοίχισης με κοινωνικά προτάγματα.
Βούλησή μας είναι να αποκτήσει η Χώρα ένα σύγχρονο, προοδευτικό Σύνταγμα, η προβολή του οποίου στο μέλλον να μπορεί να απαντά με σαφήνεια και δημοκρατικότητα στα κοινωνικά και πολιτικά αιτήματα της Χώρας μας.
Σας καλώ να ψηφίσετε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ.