της Έλενας Κονομόδη, Δικηγόρου, Υπ.Βουλευτή Κορινθίας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Με αφορμή την 18η Απριλίου, Παγκόσμια Ημέρα Μνημείων, θα ήθελα να παραθέσω κάποιες σκέψεις σχετικά με την αντιμετώπιση των καλλιτεχνών και των ανθρώπων του Πολιτισμού την τελευταία τετραετία. Όσοοι καλλιτέχνες είναι εξοικειωμένοι με το δημιουργικό έρεβος, με τους προβολείς που σβήνουν στο τέλος της παράστασης, άλλο τόσο η Κυβέρνηση ταυτίζεται με τον πολιτιστικό σκοταδισμό λόγω των ενεργειών και νομοσχεδίων στο ζήτημα του Πολιτισμού.
Από την υποχρεωτικότητα των μέτρων της πανδημίας, που «έκλεισε» όλους τους χώρους Πολιτισμού αφήνοντας στην ανέχεια τους εργαζόμενους σε αυτό τον χώρο με το πενιχρό βοήθημα που τους δόθηκε και αυτό με αποκλεισμούς, ως σήμερα με τον υποβιβασμό των πτυχίων των καλλιτεχνών, η κυβέρνηση βάλλει τον πολιτισμό και τους ανθρώπους του, που τον υπηρετούν. Σήμερα ο πολιτισμός ζει υπό απαγόρευση και οι καλλιτέχνες σε διωγμό. Γιατί όμως να συμβαίνει κάτι τέτοιο σε μια σύγχρονη και συγκροτημένη πολιτεία; Ξεφυλλίζοντας το προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ. του 2019 δεν παρατηρούμε σχεδόν καμία αναφορά στον πολιτισμό. Είναι άραγε μια τυχαία παράλειψη ή εσκεμμένη παράλειψη όπως και σε πολλά άλλα θέματα της καθημερινότητας;
Έβαλε την ιδιωτική πρωτοβουλία στην διαχείριση, ανάδειξη και φροντίδα της πολιτιστικής παραγωγής και κληρονομιάς μας, δίνοντας την δυνατότητα στους ιδιώτες να συνάπτουν χαριστικές και ιδιότυπες συμβάσεις μετατρέποντας τα δημόσια μουσεία σε ΝΠΙΔ, όπου το ΔΣ τους θα αποφασίζει για την μοίρα των εκθεμάτων τους. Έσπασε την εθνική γραμμή της Μελίνας Μερκούρη, που την σεβάστηκαν όλες οι εθνικές κυβερνήσεις για την επιστροφή των τμημάτων της ζωοφόρου του Παρθενώνα ως κυριότητα δική μας με τον όρο του δανεισμού τους. Θα μας «δανείσει» για κάποιο χρόνο το Βρετανικό Αρχαιολογικό μουσείο κάποια θραύσματα με την υποχρέωση να τους «δανείσουμε» και εμείς κάποια άλλα.
Το «τσιμέντωμα» του πεζόδρομου που είχε κατασκευάσει ο Δ.Πικιώνης ως ράμπα δήθεν για άνετη πρόσβαση στην Ακρόπολη για άτομα ΑΜΕΑ. Λες και δεν υπήρχε η δυνατότητα κατασκευής αυτού του διαδρόμου παράλληλα με τον πεζόδρομο του Πικιώνη...Ακόμα και την κατασκευή – πώληση πιστών αντιγράφων σημαντικών αρχαίων εκθεμάτων που ήταν στην δικαιοδοσία του ελληνικού δημοσίου, την έδωσε στους ιδιώτες έχοντας μάλιστα στην ιδιοκτησία τους και την μήτρα της αναπαραγωγής.
Να θυμηθούμε πώς αντιμετώπισε την εύρεση των αρχαιοτήτων στο μετρό της Θεσσαλονίκης; Ο πολιτισμός με αυτή την πολιτική μετατρέπεται από δημόσιο σε ακριβό ιδιωτικό αγαθό.
Τελευταία αναφορά είναι η υποβάθμιση των πτυχίων από θεατρικές και μουσικές σχολές. Γιατί όμως επέλεξε αυτή την πολιτική η κυβέρνηση ενάντια στον Πολιτισμό και στους καλλιτέχνες; Ο σύγχρονος καπιταλισμός της παγκοσμιοποίησης από την στιγμή που εξασφάλισε το οικονομικό status quo στην ολιγαρχία, στράφηκε στον Πολιτισμό, ώστε να «ελεγχθεί» και αυτός με την σειρά του από την ολιγαρχία και να πάψει και αυτός να είναι μια ενοχλητική αντίδραση κατά του κυρίαρχου συστήματος. Υποβιβάζοντας τα πτυχία των καλλιτεχνών αυτομάτως τους κατατάσσει στους μη άριστους, που κεντρίζουν δείχνοντας μια άλλη οπτική στους πολίτες για τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα.
Χειραγωγώντας τη συλλογική μνήμη, την πολιτιστική αναφορά της εποχής μας, αξίες και σκέψη, ηθική και αισθητική, διαμορφώνεις αντίστοιχες συνειδήσεις που δέχονται το άσχημο στην θέση της ομορφιάς. Οι καλλιτέχνες ήταν πάντα η πρωτοπορία της κάθε εποχής που με την σειρά της σαν καλλιτεχνικό δαιμόνιο έσπαγε τους παγιωμένους καθρέπτες των συστημάτων, δίνοντας την δυνατότητα στους πολίτες να δουν και να σκεφτούν μια άλλη πραγματικότητα.
Μπορούμε να πούμε ότι η κυβέρνηση φοβάται τους καλλιτέχνες γιατί με την στάση τους, κυρίως τα τελευταία χρόνια, αποτελούν μια από τις πιο ζωντανές και κριτικές ομάδες της κοινωνίας μας. Όπως εξάλλου επισημάνθηκε από τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξη Τσίπρα, προσφάτως στη Βουλή… «Γιατί, στο τέλος της ημέρας, η στήριξη του Πολιτισμού και των ανθρώπων του, ο σεβασμός απέναντι στην Ιστορία και την παράδοση, για εμάς, δεν ήταν, δεν είναι και δε θα είναι ποτέ μια κομματική θέση. Αλλά μια αταλάντευτη και αδιαπραγμάτευτη εθνική επιταγή και ηθική υποχρέωση.»